Η πρώτη εμφάνιση τόξου στην γη έγινε πριν 40.000 χρόνια. Πρόκειται για τον Κρο Μάννιον που είναι ο πρώτος άνθρωπος που χρησιμοποίησε τόξο. Στους προϊστορικούς χρόνους η τοξοβολία χρησίμευσε κυρίως για κυνηγετικούς σκοπούς και αυτό για λόγους ασφάλειας.
Η χρήση του τόξου και του βέλους και η τοξοβολία θεωρούταν από τους ανθρώπους της αρχαιότητας ως τέχνη, παρόμοια με τη μουσική τη ζωγραφική και άλλες τέχνες.
Η ελληνική μυθολογία περιέχει πάρα πολλές αναφορές σε Θεούς του Ολύμπου και σε διάφορους ήρωες, οι οποίοι έμειναν γνωστοί στην ιστορία ως δεινοί τοξότες. Για παράδειγμα υπάρχουν αναφορές πως η Αρτεμις, η θεά του κυνηγιού και ο αδελφός της Απόλλων, ο θεός του φωτός και των τεχνών, έκαναν χρήση του τόξου και απεικονίζονται με τόξα και φαρέτρες. Επίσης, ως παραδείγματα ηρώων που έκαναν χρήση του τόξου μπορούμε να αναφέρουμε τον Ηρακλή, ο οποίος έμαθε να χρησιμοποιεί το τόξο από τον Σκύθη Τεύταρο και μυήθηκε στην τέχνη της Τοξοβολίας από το Ραδάμανθυ.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι ο Ποίας, μέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας, ο οποίος κληρονόμησε από τον Ηρακλή το τόξο και τα βέλη του και τα έδωσε με τη σειρά του στο γιο του Φιλοκτήτη, επίσης φημισμένο τοξότη, ηγεμόνα από τη Θεσσαλία. Με την παρουσία αυτών των όπλων έπεσε η Τροία. Αναφέρεται πως ο Αχιλλέας για να τιμήσει τον νεκρό φίλο του Πάτροκλο οργάνωσε «Τα άθλια επί Πατρόκλω». Οι άριστοι των Ελλήνων αγωνίστηκαν με τη σειρά στην αρματοδρομία, την πυγμή, την πάλη, τον δρόμο, την οπλομαχία, την τοξοβολία, τον δίσκο και το ακόντιο. Στην Οδύσσεια, ο αρχηγός των Φαιάκων Αλκίνοος οργάνωσε αγώνες για να τιμήσει τον ναυαγό Οδυσσέα. Χαρακτηριστικά ο Όμηρος αναφέρει: «Οι νέοι αγωνίζονταν μόνο για την ευχαρίστηση του αγώνα και όχι για χρηματικά βραβεία». Επίσης, ο Οδυσσέας γυρνώντας στο παλάτι του μετά από πολύχρονες περιπέτειες, πήρε μέρος στον περίφημο αγώνα τοξοβολίας αντιμετωπίζοντας τους μνηστήρες, όπως τόσο γλαφυρά περιγράφει ο Όμηρος στα έπη της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ο Πάνδαρος και ο Πάρις από την πλευρά των Τρώων, ο Τεύκρος και ο Οδυσσέας από την πλευρά ενός συνασπισμού άλλων ελληνικών πόλεων, έμειναν στην ιστορία ως επιδέξιοι τοξότες.
Στους Βυζαντινούς χρόνους ξεχωρίζει ο στρατηγός του Ιουστινιανού, Βελισάριος ο οποίος ήταν εξαίρετος τοξότης και οργάνωσε ένα νέο είδος βαρέως οπλισμένου, αλλά ευέλικτου ιππικού, τους κατάφρακτους, όπου οι άνδρες του ήταν οπλισμένοι εκτός των άλλων και με τόξο. Το ελαφρύ πεζικό της αυτοκρατορίας, αποτελούσε τους τελευταίους τρεις ζυγούς κάθε χιλιαρχίας. Αυτοί οι στρατιώτες, άριστα εκπαιδευμένοι στην τέχνη του δοξαρίου ήταν εξαιρετικοί τοξότες. Οι περισσότεροι αυτοκρατορικοί τοξότες προέρχονταν από τη Μικρά Ασία και κυρίως από τον Πόντο. Ο οπλισμός τους περιελάμβανε:
σύνθετο τόξο
βαμβάκιον
σπαθίον ή τζικούριον (μικρός πέλεκυς) για αυτοπροστασία.
Παρότι τα στρατιωτικά εγχειρίδια προέτρεπαν στη χρήση ελαφράς θωράκισης για τους τοξότες, το κόστος και η ανάγκη για ευκινησία θα είχαν αποτρέψει την ευρεία χορηγία της.
Το τόξο ήταν ο πρώτος μηχανισμός που εφεύρε ο άνθρωπος το οποίο ήταν το κυριότερο μέσο με το οποίο επιβλήθηκε ο άνθρωπος.
Οι Ασσύριοι ανακάλυψαν τον τρόπο να καμπυλώνουν το μεσαίο τμήμα του προς το χέρι, γύρω στα 1.500 π.Χ.
Όλοι οι λαοί της αρχαιότητας, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, χρησιμοποίησαν το τόξο και σαν πολεμικό όπλο εκτός από κυνηγετικό.Η πρώτη ιστορικά βεβαιωμένη χρήση του τόξου έγινε από τους αρχαίους Αιγύπτιους γύρω στα 5.000 χρόνια πριν εναντίον των Περσών που πολεμούσαν με ακόντια και σφεντόνες. Ήταν ένα μακρύ κομμάτι ελαστικού ξύλου που με την χρήση μιας χορδής έπαιρνε καμπυλωτό σχήμα. Σαν πιθανή αναφορά οι Ασσύριοι γύρω στα 1.200 π.Χ. πρόσθεσαν δύο προεκτάσεις στα άκρα σε σχήμα κύρτωσης αντίθετης προς την καμπύλη του τόξου δημιουργώντας έτσι ένα νέο τύπο το αντίκυρτο.Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν και απλά και αντίκυρτα τόξα κατασκευάζοντας τα το μεν από ξύλο κρανιάς, το δε αντίκυρτο από δύο κέρατα αντιλόπης ή άλλου ζώου τα οποία αφού πλάνιζαν έτσι ώστε να γίνουν ελαστικά τα έδεναν μέσω της βάσης τους σε ξύλινη λαβή. Στα δύο άκρα του στελέχους δένονταν η νευρά, χορδή κατασκευασμένη από νεύρα ή έντερα ζώων. Το βέλος ή τόξευμα είχε το σχήμα λεπτού κυλίνδρου μήκους 45 ή 60 εκ, και ήταν κατασκευασμένο από σκληρό ξύλο, που στη μια άκρη του είχε σφηνωμένη μια σιδερένια ή ορειχάλκινη αιχμή και στην άλλη είχε ένα χάραγμα τη γλυφίδα για να προσαρμόζεται στη χορδή.Τα βέλη τοποθετούνταν σε ειδική θήκη με πώμα, τη φαρέτρα που χωρούσε έως 20 βέλη. Η θήκη αυτή λεγόταν γωρυτός. Στην Ελλάδα το τόξο πρωτοεμφανίστηκε στην Κρήτη ενώ στην Ηπειρωτική Ελλάδα στο μυκηναϊκό πολιτισμό.
Στην αρχαϊκή και κλασική εποχή οι τοξότες μαζί με τους ακοντιστές αποτελούσαν το ελαφρύ πεζικό. Το τόξο χρειαζόταν πολύχρονη εξάσκηση και αφιέρωση γι’ αυτό σχηματίστηκαν σώματα μισθοφόρων τοξοτών. Φημισμένοι μισθοφόροι τοξότες ήταν οι Κρήτες και οι Σκύθες καλούς τοξότες όμως είχαν και η Δήλος, η Ρόδος, η Χίος και η Κύπρος. Οι Αθηναίοι από τα μέσα του 5ου αιώνα δημιούργησαν μόνιμο σώμα τοξοτών. Στις παραμονές του Πελοποννησιακού πολέμου ο Περικλής ανέφερε ότι διέθεταν 1.600 τοξότες πεζούς, εκτός από τους έφιππους.
Η χρήση του τόξου και του βέλους και η τοξοβολία θεωρούταν από τους ανθρώπους της αρχαιότητας ως τέχνη, παρόμοια με τη μουσική τη ζωγραφική και άλλες τέχνες.
Η ελληνική μυθολογία περιέχει πάρα πολλές αναφορές σε Θεούς του Ολύμπου και σε διάφορους ήρωες, οι οποίοι έμειναν γνωστοί στην ιστορία ως δεινοί τοξότες. Για παράδειγμα υπάρχουν αναφορές πως η Αρτεμις, η θεά του κυνηγιού και ο αδελφός της Απόλλων, ο θεός του φωτός και των τεχνών, έκαναν χρήση του τόξου και απεικονίζονται με τόξα και φαρέτρες. Επίσης, ως παραδείγματα ηρώων που έκαναν χρήση του τόξου μπορούμε να αναφέρουμε τον Ηρακλή, ο οποίος έμαθε να χρησιμοποιεί το τόξο από τον Σκύθη Τεύταρο και μυήθηκε στην τέχνη της Τοξοβολίας από το Ραδάμανθυ.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι ο Ποίας, μέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας, ο οποίος κληρονόμησε από τον Ηρακλή το τόξο και τα βέλη του και τα έδωσε με τη σειρά του στο γιο του Φιλοκτήτη, επίσης φημισμένο τοξότη, ηγεμόνα από τη Θεσσαλία. Με την παρουσία αυτών των όπλων έπεσε η Τροία. Αναφέρεται πως ο Αχιλλέας για να τιμήσει τον νεκρό φίλο του Πάτροκλο οργάνωσε «Τα άθλια επί Πατρόκλω». Οι άριστοι των Ελλήνων αγωνίστηκαν με τη σειρά στην αρματοδρομία, την πυγμή, την πάλη, τον δρόμο, την οπλομαχία, την τοξοβολία, τον δίσκο και το ακόντιο. Στην Οδύσσεια, ο αρχηγός των Φαιάκων Αλκίνοος οργάνωσε αγώνες για να τιμήσει τον ναυαγό Οδυσσέα. Χαρακτηριστικά ο Όμηρος αναφέρει: «Οι νέοι αγωνίζονταν μόνο για την ευχαρίστηση του αγώνα και όχι για χρηματικά βραβεία». Επίσης, ο Οδυσσέας γυρνώντας στο παλάτι του μετά από πολύχρονες περιπέτειες, πήρε μέρος στον περίφημο αγώνα τοξοβολίας αντιμετωπίζοντας τους μνηστήρες, όπως τόσο γλαφυρά περιγράφει ο Όμηρος στα έπη της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ο Πάνδαρος και ο Πάρις από την πλευρά των Τρώων, ο Τεύκρος και ο Οδυσσέας από την πλευρά ενός συνασπισμού άλλων ελληνικών πόλεων, έμειναν στην ιστορία ως επιδέξιοι τοξότες.
Στους Βυζαντινούς χρόνους ξεχωρίζει ο στρατηγός του Ιουστινιανού, Βελισάριος ο οποίος ήταν εξαίρετος τοξότης και οργάνωσε ένα νέο είδος βαρέως οπλισμένου, αλλά ευέλικτου ιππικού, τους κατάφρακτους, όπου οι άνδρες του ήταν οπλισμένοι εκτός των άλλων και με τόξο. Το ελαφρύ πεζικό της αυτοκρατορίας, αποτελούσε τους τελευταίους τρεις ζυγούς κάθε χιλιαρχίας. Αυτοί οι στρατιώτες, άριστα εκπαιδευμένοι στην τέχνη του δοξαρίου ήταν εξαιρετικοί τοξότες. Οι περισσότεροι αυτοκρατορικοί τοξότες προέρχονταν από τη Μικρά Ασία και κυρίως από τον Πόντο. Ο οπλισμός τους περιελάμβανε:
σύνθετο τόξο
βαμβάκιον
σπαθίον ή τζικούριον (μικρός πέλεκυς) για αυτοπροστασία.
Παρότι τα στρατιωτικά εγχειρίδια προέτρεπαν στη χρήση ελαφράς θωράκισης για τους τοξότες, το κόστος και η ανάγκη για ευκινησία θα είχαν αποτρέψει την ευρεία χορηγία της.
Το τόξο ήταν ο πρώτος μηχανισμός που εφεύρε ο άνθρωπος το οποίο ήταν το κυριότερο μέσο με το οποίο επιβλήθηκε ο άνθρωπος.
Οι Ασσύριοι ανακάλυψαν τον τρόπο να καμπυλώνουν το μεσαίο τμήμα του προς το χέρι, γύρω στα 1.500 π.Χ.
Όλοι οι λαοί της αρχαιότητας, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, χρησιμοποίησαν το τόξο και σαν πολεμικό όπλο εκτός από κυνηγετικό.Η πρώτη ιστορικά βεβαιωμένη χρήση του τόξου έγινε από τους αρχαίους Αιγύπτιους γύρω στα 5.000 χρόνια πριν εναντίον των Περσών που πολεμούσαν με ακόντια και σφεντόνες. Ήταν ένα μακρύ κομμάτι ελαστικού ξύλου που με την χρήση μιας χορδής έπαιρνε καμπυλωτό σχήμα. Σαν πιθανή αναφορά οι Ασσύριοι γύρω στα 1.200 π.Χ. πρόσθεσαν δύο προεκτάσεις στα άκρα σε σχήμα κύρτωσης αντίθετης προς την καμπύλη του τόξου δημιουργώντας έτσι ένα νέο τύπο το αντίκυρτο.Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν και απλά και αντίκυρτα τόξα κατασκευάζοντας τα το μεν από ξύλο κρανιάς, το δε αντίκυρτο από δύο κέρατα αντιλόπης ή άλλου ζώου τα οποία αφού πλάνιζαν έτσι ώστε να γίνουν ελαστικά τα έδεναν μέσω της βάσης τους σε ξύλινη λαβή. Στα δύο άκρα του στελέχους δένονταν η νευρά, χορδή κατασκευασμένη από νεύρα ή έντερα ζώων. Το βέλος ή τόξευμα είχε το σχήμα λεπτού κυλίνδρου μήκους 45 ή 60 εκ, και ήταν κατασκευασμένο από σκληρό ξύλο, που στη μια άκρη του είχε σφηνωμένη μια σιδερένια ή ορειχάλκινη αιχμή και στην άλλη είχε ένα χάραγμα τη γλυφίδα για να προσαρμόζεται στη χορδή.Τα βέλη τοποθετούνταν σε ειδική θήκη με πώμα, τη φαρέτρα που χωρούσε έως 20 βέλη. Η θήκη αυτή λεγόταν γωρυτός. Στην Ελλάδα το τόξο πρωτοεμφανίστηκε στην Κρήτη ενώ στην Ηπειρωτική Ελλάδα στο μυκηναϊκό πολιτισμό.
Στην αρχαϊκή και κλασική εποχή οι τοξότες μαζί με τους ακοντιστές αποτελούσαν το ελαφρύ πεζικό. Το τόξο χρειαζόταν πολύχρονη εξάσκηση και αφιέρωση γι’ αυτό σχηματίστηκαν σώματα μισθοφόρων τοξοτών. Φημισμένοι μισθοφόροι τοξότες ήταν οι Κρήτες και οι Σκύθες καλούς τοξότες όμως είχαν και η Δήλος, η Ρόδος, η Χίος και η Κύπρος. Οι Αθηναίοι από τα μέσα του 5ου αιώνα δημιούργησαν μόνιμο σώμα τοξοτών. Στις παραμονές του Πελοποννησιακού πολέμου ο Περικλής ανέφερε ότι διέθεταν 1.600 τοξότες πεζούς, εκτός από τους έφιππους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου